Η πληθωρική στρατηγική της Τουρκίας
Η στρατηγική σχέση Τουρκίας - Γερμανίας απειλεί την Ελλάδα και την Κύπρο
Τον Σεπτέμβριο του 2011 μία εφημερίδα η οποία εκδίδεται στον Λίβανο, η Dar el Hayat, δημοσίευε ένα άρθρο καταπέλτη σε βάρος του Τούρκου Πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν, στο οποίο επεσήμαινε
ότι η σύγκρουση με το Ισραήλ – η οποία σε εκείνη τη χρονική συγκυρία ήταν σφοδρότατη – συνιστούσε στοιχείο ανεξαρτητοποίησης της Τουρκίας από τον δυτικό παράγοντα.
Την τελευταία τριετία, που η σύγκρουση Τουρκίας – Ισραήλ κλιμακώθηκε και έφτασε στο αποκορύφωμά της με την πλήρη και ολοκληρωτική διάρρηξη της πάλαι ποτέ στρατηγικού χαρακτήρα σχέσης ανάμεσα στα δύο κράτη, η Άγκυρα έδειξε να απομακρύνεται από την επιρροή της Ουάσιγκτον. Όμως, η ανεξαρτητοποίηση του ρόλου της, διαδικαστικό πλαίσιο που εντάσσεται στον αντικειμενικό σκοπό της Τουρκίας να εξελιχθεί σε περιφερειακή δύναμη του ευρύτατου γεωγραφικού χώρου της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολή, δεν αφορούσε σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο, αλλά όπως αποδεικνύεται μόνο στους αγγλοσάξονες και καθόλου στους Γερμανούς.
Τα τελευταία χρόνια κατέστη απολύτως αντιληπτό και δια γυμνού οφθαλμού ότι ξεκίνησε η διαδικασία ανασύστασης ή επαναδραστηριοποίησης του άξονα Τουρκίας – Γερμανίας, μέσω του οποίου η Τουρκία φιλοδοξεί να διαδραματίσει τον ρόλο της περιφερειακής ή της παγκόσμιας, όπως είχε προβλέψει πριν από λίγα χρόνια η Χίλαρι Κλίντον, δύναμης. Σήμερα η Τουρκία δείχνει να αξιοποιεί όλες τις δυνατότητες, τις οποίες της προσφέρει η οικονομική εφόρμηση της Γερμανίας στον ευρωπαϊκό νότο και συγκεκριμένα η συντριβή των οικονομιών της Ελλάδας και της Κύπρου, για να προωθήσει τα συμφέροντά της στον τομέα της αξιοποίησης των κοιτασμάτων φυσικού αερίου, αλλά και για να επιτύχει μια τελική και προς όφελός της λύση στο Κυπριακό πρόβλημα.
Το πλαίσιο
Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία βασίζει την εξωτερική της πολιτική στο νέο – οθωμανικό δόγμα, του οποίου εμπνευστής είναι ο «Κισινγκερ της τουρκικής διπλωματίας» – όπως τον έχουν βαφτίσει οι Αμερικανοί – υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου.
Στρατηγικός στόχος του νέο – οθωμανισμού είναι η επέκταση της τουρκικής επιρροής, κυρίως μέσω της οικονομικής διείσδυσης, στα εδάφη που κατείχε η Οθωμανική αυτοκρατορία την περίοδο της απόλυτης ακμής της, δηλαδή τον 16ο αιώνα. Η στρατηγική αυτή, απολύτως διατυπωμένη στο βιβλίο του Αχμέτ Νταβούτογλου με τίτλο «Στρατηγικό βάθος, η διεθνής θέση της Τουρκίας», στηρίχθηκε στην διασύνδεση της μετριοπαθούς ισλαμικής τουρκικής κυβέρνησης του AKP με το πολιτικό Ισλάμ στον ευρύτατο αυτό χώρο, ο οποίος περιλαμβάνει τα Βαλκάνια, τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, την Μέση Ανατολή και το μεγαλύτερο τμήμα της Βορείου Αφρικής. Την άμεση απειλή της υλοποίησης του νέο – οθωμανικού δόγματος, ένιωσε από την πρώτη στιγμή το Ισραήλ, το οποίο επεξεργάστηκε το ενδεχόμενο να σφίξει η «ισλαμική θηλιά» πιο πολύ στο "λαιμό του" και να απομονωθεί σε ένα εχθρικό περιβάλλον.
Συνεπώς οι γεωπολιτικοί, γεωστρατηγικοί και γεωοικονομικοί σχεδιασμοί του Ισραήλ τα τελευταία χρόνια, εμπεριείχαν έντονο το στοιχείο της αποσυμφόρησης της «ισλαμικής πίεσης». Δεν έχει περάσει εξάλλου πολύς καιρός από τότε που ο πρωθυπουργός της γειτονικής χώρας Ταγίπ Ερντογάν είχε καταστήσει δηλωτική την πρόθεσή του για την δημιουργία και τη συμμετοχή της χώρας του σε ένα «ισλαμικό Σένγκεν», σε μία συγκυρία, περίπου στο 2010, όταν είχε ξεκινήσει η διαδικασία διάρρηξης των σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ. Όλα αυτά βέβαια συνέβησαν πριν από το ξέσπασμα της «Αραβικής Άνοιξης» που ανέτρεψε παραδοσιακά status quo στα πολιτικά συστήματα των χωρών του βορειοαφρικανικού χώρου και της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου και μετέβαλαν τον καταστατικό χάρτη των σφαιρών επιρροής των υπερεθνικών πολιτικών και οικονομικών κέντρων, αλλά και εκείνων του διεθνούς ανταγωνιστικού πλαισίου.
Σε πρώτη φάση η ισραηλινή διπλωματία επιχείρησε να αντιμετωπίσει τους κινδύνους που θα προέκυπταν από την διεύρυνση της επιρροής του μετριοπαθούς πολιτικού ισλάμ από τα Βαλκάνια μέχρι τη Μέση Ανατολή και από εκεί στον βορειοαφρικανικό χώρο, με όχημα την απόκτηση στρατηγικού βάθους στον μεσογειακό χώρο και συγκεκριμένα στον άξονα «Κύπρος – Κρήτη – Μάλτα – Γιβραλτάρ». Ο σχεδιασμός αυτός πραγματοποιήθηκε πριν καταστούν απολύτως αντιληπτές οι επιδιώξεις της Γερμανίας για μετατροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε «γερμανική Ευρώπη», η οποία εμπεριέχει το στοιχείο της πολιτικής και οικονομικής ενοποίησης της νομισματικής «ένωσης».
Τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα της γερμανικής εφόρμησης και της μετατροπής εθνικά κυρίαρχων κρατών σε τμήματα, επί της ουσίας, της γερμανικής ενδοχώρας είναι εκείνα της Ελλάδας και της Κύπρου, δύο κρατών τα οποία συμπεριλήφθηκαν στην απόπειρα του Ισραήλ να αποκτήσει το δικό του «στρατηγικό βάθος» στη Μεσόγειο, με όχημα τον στρατηγικού χαρακτήρα άξονα Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, που είχε ξεκινήσει να λαμβάνει σάρκα και οστά ήδη από τα τέλη του 2009. Η Ελλάδα και η Κύπρος αποτέλεσαν τα πειραματικά αντικείμενα της διαδικασίας ανάπτυξης του γερμανικού «οικονομικού εθνικισμού», ο οποίος ως συστατικό στοιχείο του προσδιορισμού του ζωτικού χώρου της γερμανικής κυριαρχίας, εμπεριέχει και το στοιχείο της ανάπτυξης γεωπολιτικών, γεωστρατηγικών και γεωοικονομικών σχεδιασμών.
Αν υποτεθεί ότι η στρατηγική που χάραξε το Ισραήλ στη νέα σχέση του με την Ελλάδα και την Κύπρο τα τελευταία χρόνια, βρήκε σύμφωνες τις ΗΠΑ, τότε θα έπρεπε να είναι αναμενόμενη η αντίδραση του ρωσογερμανικού άξονα συμφερόντων. Η Γερμανία και η Ρωσία έχουν κοινά συμφέροντα στον τομέα της ενέργειας, τα οποία αποτελούν ισχυρή βάση, για την υλοποίηση κοινών γεωπολιτικών σχεδιασμών, αν όχι σε στρατηγική, τότε σίγουρα σε τακτική βάση. Η οικονομική κρίση που έπληξε την Κύπρο και τα αποτελέσματα των καταστροφικών αποφάσεων του Eurogroup, αποκάλυψαν την άτυπη στρατηγική σχέση ανάμεσα στη Μόσχα και στο Βερολίνο. Η ενεργοποίηση του συμμαχικού πλέγματος Ρωσίας – Γερμανίας προκάλεσε ένα είδος ρήγματος στον υπό διαμόρφωση στρατηγική άξονα Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, ο οποίος ισοδυναμεί με έναν νέο, εναλλακτικό διάδρομο μεταφοράς φυσικού αερίου από την ανατολική Λεκάνη της Μεσογείου στις ευρωπαϊκές αγορές. Ποιος, όμως, είναι ο ρόλος της Τουρκίας σε αυτό το πλαίσιο; Όλα δείχνουν ότι στη βάση της ενεργοποίησης του συμπλέγματος συμφερόντων Μόσχας – Βερολίνου, μεθοδεύτηκε η ανατροπή της τριγωνικής σχέσης Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, μέσω των οικονομικών πιέσεων που ασκούνται σε Αθήνα και Λευκωσία. Αν οι πιέσεις αυτές δεν έφερναν αποτελέσματα ή αν τελικά δεν φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, τότε ο εναλλακτικός σχεδιασμός αφορά στην ενεργοποίηση του παράγοντα «Τουρκία», ο οποίος θα είναι δυνατόν να δράσει εναντίον των οικονομικά εξουθενωμένων Ελλάδας και Κύπρου, με στρατιωτικοπολεμικά μέσα, προκειμένου να ασκηθεί η απαραίτητη πίεση προς την Αθήνα και τη Λευκωσία, για λογαριασμό υπερεθνικών πολιτικών και οικονομικών κέντρων.
Ελλάδα – Κύπρος - Ισραήλ
Αναμφίβολα, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Τουρκία, αλλά και σε διεθνείς κύκλους, τέθηκε, υπό την μορφή αντικειμενικού ζητούμενου, το εξής ερώτημα: Η σχέση της Ελλάδας, αλλά και της Κυπριακής Δημοκρατίας με το Ισραήλ, ετεροπροσδιορίστηκε από τις συγκρουσιακές συνθήκες που επικράτησαν στις σχέσεις της Άγκυρας με το Τελ – Αβίβ; Η Αθήνα και το Τελ Αβίβ απέρριψαν, ολόκληρη την προηγούμενη τριετία, οποιαδήποτε επιχειρηματολογία και θεωρία για τη συγκρότηση στρατηγικού άξονα ανάμεσα στα τρία κράτη, η οποία έκανε λόγο για ετεροπροσδιορισμό της σχέσης εξαιτίας της ριζικής μεταβολής στις σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ. Στις διεθνείς σχέσεις εξάλλου ισχύει το εξής: Δεν υπάρχουν αιώνιες φιλίες, ούτε αιώνιες έχθρες. Υπάρχουν μόνο αιώνια συμφέροντα.
Στην Ελλάδα, πάντως, πολλοί έσπευσαν, με άτσαλο τρόπο, να προδιαγράψουν το τέλος της Τουρκίας, σε βραχυπρόθεσμο, μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο χρονοδιάγραμμα, υποστηρίζοντας ότι η τουρκο – ισραηλινή σύγκρουση συμφερόντων θα έχει αντανάκλαση στις σχέσεις της Άγκυρας με την Ουάσιγκτον. Στην ίδια βάση επαναλήφθηκε με διαφόρους τρόπους το σενάριο του εδαφικού ακρωτηριασμού του τουρκικού κράτους, στα νοτιοανατολικικά σύνορά του, εκεί που σε πληθυσμιακό και στρατιωτικό επίπεδο, είναι έντονη η παρουσία του Κουρδικού στοιχείου. Προς το παρόν, μετά την εκεχειρία Τουρκίας - PKK, ενόψει πιθανών στρατιωτικών επεμβάσεων σε Συρία και Ιράν, οι κουρδικοί πληθυσμοί φαίνεται ότι θα χρησιμοποιηθούν ως παράγοντας αποσταθεροποίησης της Τεχεράνης, επομένως ο κίνδυνος για την Τουρκία να αντιμεωπίσει τον φόβο της ανάδυσης του Κουρδιστάν φαίνεται ότι μετατίθεται για αργότερα. Όμως, και η Τουρκία την στιγμή που έθετε σε εφαρμογή το σχέδιο της επέκτασης της επιρροής της στο πάλαι ποτέ ευρύτατο χωροταξικό πλαίσιο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δεν θα έμενε άπραγη, ειδικά σε μία συγκυρία που στο προσκήνιο βρέθηκαν τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, στην ανατολική Λεκάνη της Μεσογείου, στις Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες της Κύπρου και του Ισραήλ, αλλά και στο Αιγαίο. Θα έπρεπε λοιπόν να προβλέψουν άπαντες, ότι ο πλούτος που κρύβει, υποθαλάσσια, η ανατολική Μεσόγειος, δεν αποτελεί αντικείμενο μεγάλου ενδιαφέροντος για τα υπερεθνικά συμφέροντα του αμερικανικού πολιτικού και οικονομικού παράγοντα ή του αμερικανο – ισραηλινού συμπλέγματος συμφερόντων, αλλά και της Γερμανίας.
Και η ελληνική κυβέρνηση, δηλαδή η τρικομματική συγκυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά τι έπραξε για να ενισχύσει τον άξονα Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ; Η Ελλάδα τι έπραξε για να θωρακίσει τα δικά της εθνικά συμφέροντα; Απολύτως τίποτα. Ούτε ένα κοινό υπουργικό συμβούλιο δεν πραγματοποιήθηκε από τότε που εξελέγη πρωθυπουργός ο Αντώνης Σαμαράς, γεγονός το οποίο ενισχύει απολύτως την αντίληψη ότι οι προσανατολισμοί της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι απολύτως ενταγμένοι στους σχεδιασμούς της Γερμανίας.
Ο γερμανοτουρκικός άξονας
Η Τουρκία στην παρούσα συγκυρία, ακολούθησε την παλιά και δοκιμασμένη τακτική. Διασύνδεσε τα συμφέροντά της με εκείνα της Γερμανίας, ενώ παράλληλα «παίζει» σε όλα τα ταμπλό, από όπου μπορεί να αποκομίσει οφέλη και η συγκυρία φαίνεται ότι την ευνοεί. Αν υποθέσει κανείς ότι διεξάγεται παγκόσμιος οικονομικός πόλεμος, τότε το τακτικού χαρακτήρα σύμπλεγμα Γερμανίας και Ρωσίας έχει ήδη καταφέρει σημαντικότατο πλήγμα στον άξονα Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ. Ήδη, τα ιερατεία του Βερολίνου (σε ότι αφορά στο πολιτικό σκέλος) και της Φρανκφούρτης (σε ότι αφορά στο οικονομικό σκέλος) έχουν διαλύσει τις οικονομίες της Ελλάδας και της Κύπρου (μάλιστα της Κύπρου με ισχυρό ΣΟΚ), οδηγώντας, σε ένα βαθμό, σε σκέψεις αναθεώρησης από την πλευρά της ισραηλινής πολιτικής ηγεσίας των σχεδιασμών ανάπτυξης του νέου ενεργειακού άξονα της ανατολικής Μεσογείου και της αναζήτησης εναλλακτικού δρόμου μεταφοράς φυσικού αερίου μέσω Τουρκίας.
Η Τουρκία έχει εκμεταλλευτεί στο μέγιστο βαθμό, το μπαράζ της «γερμανικής επίθεσης στον ευρωπαϊκό νότο» και εν όψει μίας επίθεσης των ΗΠΑ και του Ισραήλ στη Συρία ή ακόμη μακρύτερα, στο Ιράν, διάλεξε να διαδραματίσει τον ρόλο της ουδέτερης περιφερειακής δύναμης. Η Ουάσιγκτον, δια του ιδίου του Προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα ,ο οποίος με την ανανέωση της θητείας του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, βρέθηκε στο Ισραήλ εξασφάλισε – με θεαματικό είναι η αλήθεια τρόπο – την ουδετερότητα της Τουρκίας, μιας ουδετερότητας, η οποία δεν αποκλείεται στο μέλλον να μετατραπεί σε επί της ουσίας συμμαχική σχέση, με αντικεικεμενικό σκοπό να πληγεί το Ιράν, ο παραδοσιακός ανταγωνιστής στο πεδίο της ανάδειξης της κυρίαρχης περιφερειακής δύναμης στην περιοχή.
Τις ημέρες που το Eurogroup, οι Ευρωπαίοι «εταίροι», ο γερμανικός πολιτικός και οικονομικός παράγοντας, μεθόδευαν τον οικονομικό στραγγαλισμό της Κύπρου, την διάλυση του βασικού πυλώνα της κυπριακής οικονομίας, του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, μια σειρά από εξελίξεις λάμβαναν χώρα και το γεγονός αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι: Οι Κούρδοι αυτονομιστές προχώρησαν σε εκεχειρία με την Τουρκία και ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νατανιάχου ζήτησε συγγνώμη για το Μαβί Μαρμαρά, ενώ νωρίτερα η Αίγυπτος αποφάσιζε να ανατροπή της συμφωνίας με την Κύπρο για την ανακήρυξη Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών. Όλα αυτά συνέβησαν σε μία ανατολική λεκάνη της Μεσογείου, σε έναν γεωγραφικό χώρο, στον οποίο τα τελευταία χρόνια, με τα υπερεθνικά συμφέροντα να επωφθαλμιούν τους ενεργειακούς πόρους, οι μεταβολές, οι ανακατατάξεις και οι αναδιατάξεις υπήρξαν ριζικές: «Αραβικές ανοίξεις» στον βορειοαφρικανικό χώρο, ανατροπή του Συνταγματάρχη Μουαμάρ Καντάφι στη Λιβύη, επικράτηση των μουσουλμάνων στην Αίγυπτο, εμφύλιος σπαραγμός και σύγκρουση των διεθνών «γιγάντων» στη Συρία, οικονομική καταστροφή της Ελλάδας και της Κύπρου. Όλα δείχνουν ότι η ανατολική Μεσόγειος έχει εισέλθει σε μια μακρά περίοδο στρατηγικών αντιπαραθέσεων, γεωπολιτικών αναδιατάξεων, ριζικών πολιτικών και οικονομικών μεταβολών
Τώρα οι ΗΠΑ, ενόψει στρατιωτικών επεμβάσεων σε Συρία και ενδεχομένως στο Ιράν (αλλά έχοντας πάντοτε του νου τους τη Βόρειο Κορέα, δεδομένης και της τροποποίησης του Στρατηγικού Δόγματος του ΝΑΤΟ, το οποίο πλέον επικεντρώνει στην Ασία και στον Ειρηνικό Ωκεανό) φροντίζουν και αδρανοποιούν τα μέτωπα των αντιπαραθέσεων στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Σε αυτό το πλαίσιο: «Κλείνει» προς το παρόν το ζήτημα της σύγκρουσης των Κούρδων αυτονομιστών με την Τουρκία, οι γερμανόφιλες κυβερνήσεις σε Αθήνα και Λευκωσία, φοβούμενες να διαρρήξουν τελικά τις σχέσεις τους με την Ουάσιγκτον τηρούν στάση αναμονής αποδεχόμενες σιωπηρά την συνεκμετάλλευση όλων των ενεργειακών πόρων με την Τουρκία και «κλείνει» προς το παρόν τουλάχιστον, το μέτωπο Τουρκίας – Ισραήλ, δύο συμμάχων των ΗΠΑ στην περιοχή.
Οι εναλλακτικοί δρόμοι στο πεδίο των συμμαχιών
Η Τουρκία πολύ πρόσφατα εξεδήλωσε το ενδιαφέρον για αναζήτηση εναλλακτικών συμμαχιών του «δυτικού Κόσμου», στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO), στο λεγόμενο και «Σύμφωνο της Σαγκάης».
Δεδομένου του γεγονότος ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η πορεία της ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι σχετικά πρόσφατες δηλώσεις του Τούρκου πρωθυπουργού Ταγίπ Ερντογάν για τα εναλλακτικά σχέδια που εξετάζει η Άγκυρα, στο πεδίο της σύναψης συμμαχιών έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον: «Ο Οργανισμός της Σαγκάης είναι ισχυρότερος από την Ε.Ε. και έχουμε κοινές αξίες με αυτόν» δήλωσε ο Ταγίπ Ερντογάν σε τηλεοπτική του εμφάνιση, προκαλώντας ανησυχία και ερωτηματικά για τις επόμενες κινήσεις του, σε όσους «ποντάρουν» για πολιτικούς, γεωστρατηγικούς, γεωοικονομικούς και οικονομικούς λόγους στην ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κυρίως για τον εξής λόγο: Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η πηγή κατά δύο τρίτα των ξένων άμεσων επενδύσεων στην Τουρκία.
Ωστόσο το «Σύμφωνο της Σαγκάης», δεν αποτελεί σε καμία των περιπτώσεων αντίπαλο δέος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό την έννοια της υπόστασης ενός εναλλακτικού μοντέλου προς την ευρωπαϊκή κοινή αγορά. Ωστόσο συνιστά ένα σταθερό και με συγκεκριμένη γεωπολιτική εμβέλεια συμμαχικό πλέγμα στον τομέα της συλλογικής ασφάλειας, το οποίο ιδρύθηκε το 1996 με την ονομασία "Πέντε της Σαγκάης και συμμετέχουν σε αυτό η Κίνα, η Ρωσία, το Καζακστάν, η Κιργιζία και το Τατζικιστάν. Σύμφωνα με αναλυτές, το «Σύμφωνο της Σαγκάης» θα μπορούσε μελλοντικά, να μετεξελιχθεί στο αντίπαλον δέος της βορειοατλαντικής Συμμαχίας, του ΝΑΤΟ. Το ερώτημα, όμως, είναι το εξής: Είναι η Τουρκία έτοιμη για ένα τέτοιο άλμα και τι μπορεί να προσδοκά, όταν φιλοξενεί στο έδαφός του αμερικανικούς πυραύλους Patriot;
Η προκλητικότητα της Τουρκίας
Όπως σημείωσε τις προηγούμενες ημέρες η αμερικανική εφημερίδα Washington Post, η Τουρκία ικανοποιείται από την επιβεβαίωση της ανάδειξής της σε περιφερειακή δύναμη στην περιοχή. Η Τουρκία και το Ισραήλ ήρθαν πιο κοντά, εξαιτίας της κοινής ανησυχίας για το συριακό χημικό οπλοστάσιο. Όμως, δεν είναι μόνο αυτό. Η οικονομική κατάρρευση της Ελλάδας, αλλά κυρίως της Κύπρου, όπως τουλάχιστον σημειώνουν Αμερικανοί, αλλά και Ισραηλινοί διπλωμάτες, έθεσε σε εφαρμογή ένα είδος ανάπτυξης εναλλακτικού σχεδίου εξαγωγής φυσικού αερίου από το Ισραήλ στην ευρωπαϊκή αγορά. Όπως υποστήριξε μιλώντας στην WashightonPost ο Αλόν Λιέλ, ένας Ισραηλίνός διπλωμάτης, ο οποίος έχει υπηρετήσει στην Τουρκία «Η Κύπρος καταρρέει οικονομικά και το Ισραήλ κατάλαβε ότι δεν μπορεί να υλοποιήσει τον σχεδιασμό για εξαγωγή φυσικού αερίου μέσω του νησιού». Με λίγα λόγια, η στρατηγική της Γερμανίας στο πεδίο της διάλυσης της κυπριακής οικονομίας, είχε άμεσες επιπτώσεις και στο ζήτημα της συγκρότησης ισχυρού στρατηγικού άξονα Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, με την Τουρκία να επωφελείται από τις εξελίξεις.
Η Άγκυρα, έχοντας επίγνωση του ρόλου που διαδραματίζει ως ισχυρή περιφερειακή δύναμη στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο της ανατολικής λεκάνης της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, έχει αποκτήσει τέτοιου μεγέθους αυτοπεποίθηση, ώστε ζητά ανοικτά συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου τόσο στο Αιγαίο, όσο και στην Κύπρο. Φυσικά η αυτοπεποίθησή της ενισχύεται από την στάση των υποτελών στους Γερμανούς και άβουλων κυβερνήσεων σε Αθήνα και Λευκωσία, οι οποίες εμφανίζονται πρόθυμες να μην χαλάσουν το χατίρι της Άγκυρας, ούτε βέβαια του Βερολίνου, μόνο και μόνο για να μην διαταράξουν τις σχέσεις τους με τους, επί της ουσίας, πολιτικούς τους προϊσταμένους στο Βερολίνο.
Ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου, απείλησε ότι αν το φυσικό αέριο της περιοχής δεν καταστεί αντικείμενο συνεκμετάλλευσης, τότε η Κύπρος θα οδηγηθεί σε οριστική διχοτόμηση, ενώ ταυτόχρονα φρόντισε να καταστήσει απολύτως σαφές ότι προς όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές και τα ενδιαφερόμενους για τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, ότι είναι αδύνατη η εκμετάλλευση των κυπριακών κοιτασμάτων χωρίς την εμπλοκή της Τουρκίας.
Στο ίδιο μήκος κύματος, σε ότι αφορά στην προκλητικότητά τους, κινήθηκαν και οι δηλώσεις του υπουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Τουρκίας Εγκεμέν Μπαγίς, ο οποίος εστιάζοντας στο ζήτημα της κρίσης που διέρχεται η κυπριακή οικονομία απηύθυνε προσκλητήριο προς την Κυπριακή Δημοκρατία … να υιοθετήσει την τουρκική λίρα ως νόμισμα. Μάλιστα δήλωσε ότι η Τουρκία μπορεί να δανείσει με 5 δισ. την Κύπρο, αρκεί να τα ζητήσει από το ψευδοκράτος.
Από πού αντλεί, όμως, η Τουρκία την αυτοπεποίθησή της αυτή; Μα από το διεθνές περιβάλλον και από τις συμμαχίες που συνάπτει σε όλα τα μέτωπα και φαίνεται ότι αποδίδουν. Η εφημερίδα NewYorkTimesέστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα. Η μεγαλύτερη αμερικανική εφημερίδα αναφέρει ότι οι οδυνηρές εξελίξεις στην κυπριακή οικονομία, την οδηγούν στην επιτάχυνση της διαδικασίας εξόρυξης φυσικού αερίου. Συμπληρώνουν δε οι NewYorkTimes, ότι η νέα σχέση ανάμεσα στην Τουρκία και στο Ισραήλ αφορούν σε έναν εξαιρετικά οδυνηρό συμβιβασμό, ο οποίος ενδεχομένως θα την οδηγήσει να ζητήσει τη βοήθεια της Τουρκίας.
Η υποχωρητική στάση της Ελλάδας και η κρυφή ατζέντα
Στην πρόσφατη επίσκεψη που πραγματοποίησε στην Τουρκία ο γερμανόφιλος πρωθυπουργός της Ελλάδας Αντώνης Σαμαράς, δόθηκε η εντύπωση ότι η Ελλάδα ήδη έχει συμφωνήσει στην για συνεκμετάλλευση των ελληνικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων. Ο Τούρκος πρωθυπουργός, με περίσια αυτοπεποίθηση (σε απόλυτη αντίθεση με έναν εμφανώς φοβισμένο και συγκαταβατικό Αντώνη Σαμαρά) προχώρησε στη δήλωση «Καζάν – καζάν», το οποίο μεταφράζεται ως «win – win», δήλωσε ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν για το θέμα της ΑΟΖ.
Η τοποθέτηση αυτή του Ταγίπ Ερντογάν, λίγες ημέρες μετά από την υποβολή ρηματικής διακοίνωσης στον ΟΗΕ από την πλευρά του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών για την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη ισοδυναμεί με πρόταση για συνεκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων στο Αιγαίο. Ο Αντώνης Σαμαράς περιορίστηκε στο να αναφέρει ότι οι θέσεις της Ελλάδας απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο και κάπου εκεί το θέμα έκλεισε. Ωστόσο καλά πληροφορημένες διπλωματικές πηγές ανέφεραν με ξεκάθαρο τρόπο ότι ο σχεδιασμός της Άγκυρας περιλαμβάνει την επιτάχυνση των εξελίξεων, καθώς η τουρκική πλευρά αντιλαμβάνεται τις αδυναμίες της εβρισκόμενης σε κρίση Ελλάδας, αλλά και το διεθνές ενδιαφέρον ξένων πολυεθνικών κολοσσών για τους ελληνικούς υδρογονάνθρακες.
Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν υπήρξε εξαιρετικά συγκεκριμένος στη συνάντηση που είχε με τον Έλληνα πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά: «Συζητήσαμε τα ενδεχόμενα κοινά βήματα στην Ανατολική Μεσόγειο με πνεύμα win – win». Η Αθήνα ενδεχομένως υποτίμησε το γεγονός ότι η Άγκυρα παρακολούθησε με ιδιαίτερα μεγάλη προσοχή το περιεχόμενο της συνάντησης που είχε πρόσφατα στο Μέγαρο Μαξίμου ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς με τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας Φρανσουά Ολάντ, με τον δεύτερο να εκδηλώνει ανοικτά το ενδιαφέρον για τα ενεργειακά κοιτάσματα και τον πρώτο να προσδίδει τον χαρακτηρισμό σε αυτά «ευρωπαϊκά», ανοίγοντας με αυτόν τον τρόπο μια μεγάλη συζήτηση για το ενδεχόμενο της συνεκμετάλλευσης, ακόμη και της επιδιαιτησίας.
Δεν πρέπει ακόμη να ξεχνά κανείς, ότι όπως ανέφεραν, ανεπιβεβαίωτες ωστόσο, πληροφορίες κατά την πρόσφατη συνάντηση που είχαν στον Κατάρ οι πρωθυπουργοί Ελλάδας και Τουρκίας, κ. Σαμαράς και Ερντογάν, φέρονται να συζήτησαν αναλυτικά το θέμα της συνεκμετάλλευσης, σε μία συγκυρία εξαιρετικά δυσμενή για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, αλλά και κομβική για την ανάπτυξη ξένων επενδύσεων στη χώρα μας και τον τομέα της ενέργειας. Επίσης δεν πρέπει κανείς να ξεχνά ότι από το βήμα του συνεδρίου «Athens Energy Forum» ο ίδιος ο Αντώνης Σαμαράς είχε αναφερθεί έμμεσα στη λογική «win – win» δηλώνοντας τα εξής: «όλα αυτά δεν αφορούν μόνον εμάς. Αφορούν τους εταίρους μας, αφορούν τους συμμάχους μας, αφορούν και μια σειρά χώρες προέλευσης των ενεργειακών πόρων που διακινούμε. Αφορούν και τους γείτονές μας. Ολους τους γείτονές μας».
Με τη ρηματική ανακοίνωση, την οποία υπέβαλλε πρόσφατα στον ΟΗΕ το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών για το θέμα της ΑΟΖ, διάφοροι αναλυτές βιάστηκαν να κάνουν λόγο για «προπαρασκευαστική ενέργεια ανακήρυξης ΑΟΖ» από την πλευρά της Ελλάδας. Ωστόσο σε πολύ καλά πληροφορημένους διπλωματικούς κύκλους γεννήθηκε διπλή απορία για την απόφαση της Αθήνας να προχωρήσει στην παρούσα συγκυρία σε αυτή την κίνηση: Το πρώτο σκέλος της απορίας αφορά στην καθυστερημένη αντίδραση της Ελλάδας στην γνωστοποίηση των προθέσεων της Άγκυρας να «βγάλει» στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο ερευνητικό σκάφος (Η Αθήνα αντέδρασε μετά από εφτά μήνες, η Λευκωσία αμέσως). Το δεύτερο αφορά στην επιλογή της συγκυρίας, μία ημέρα μετά τη συνάντηση που Αντώνη Σαμαρά με τον Φρανσουά Ολάντ και την εκδήλωση του γαλλικού ενδιαφέροντος για του ελληνικούς υδρογονάνθρακες. Πρέπει μάλιστα να σημειωθεί ότι η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης στην απόφαση της Τουρκίας να εξουσιοδοτήσει την κρατική τουρκική ενεργειακή εταιρεία TRAO για έρευνες υδρογονανθράκων , περιορίστηκε στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο ενημέρωσης του ΟΗΕ.
Όπως σημειώνουν με σαφήνεια οι ίδιοι διπλωματικοί κύκλοι «Η ρηματική διακοίνωση λίγο πριν από το ταξίδι Σαμαρά στην Τουρκία, ουσιαστικά έδωσε τη δυνατότητα στην Τουρκία να καταστήσει σαφείς τις προθέσεις της και την άκαμπτη θέση της απέναντι στο ζήτημα της ανακήρυξης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Οδεύουμε ολοταχώς προς συνεκμετάλλευση και οι δύο πλευρές, δηλαδή η Αθήνα και η Άγκυρα, το ξεκαθαρίζουν με προσεκτικά βήματα. Κυρίως η ελληνική πλευρά επιδιώκει να μετριάσει τις αντιδράσει στο εσωτερικό της χώρας».
Ωστόσο, ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, μπορεί να δήλωσε επί της ουσίας ότι δεν είναι «της παρούσης» το θέμα της ΑΟΖ, αλλά τόσο στο Μέγαρο Μαξίμου, όσο και στο υπουργείο Εξωτερικών και στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, γνωρίζουν ότι η ελληνική κυβέρνηση θα «στριμωχτεί» αν η Τουρκία υλοποιήσει την προαναγγελία και απόφασή της για έναρξη ερευνών και συγκεκριμένα την έξοδο του τουρκικού ερευνητικού σκάφους Polarcus Samur στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και στην ανατολική Μεσόγειο. Όπως σημειώνουν καλά πληροφορημένες πηγές «Όλοι θα πρέπει να είναι έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις τους επόμενους μήνες».
Εν κατακλείδι
Η Τουρκία ενισχύει τον περιφερειακό της ρόλο, επιδιώκοντας ή αναμένοντας την ανατροπή στην τριγωνική σχέση Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ. Ταυτόχρονα ουδετεροποιεί τη στάση ενόψει μιας πιθανής αμερικανο – νατοϊκής επίθεσης στο Ιράν και ταυτόχρονα, αναζητώντας συμμαχίες πέραν του ΝΑΤΟ ή επιδιώκοντας ανοικτά μια ειδική σχέση με την ΕΕ και όχι την πλήρη ένταξη, σχεδιάζει την άμυνά της έναντι μελλοντικών διαταραχών στις σχέσεις της με τη Δύση. Μπορεί προς το παρόν η εκεχειρία με το PKK να κλείνει ένα μέτωπο στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας, στην Άγκυρα, όμως, γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι Κουρδικοί πληθυσμοί, οι οποίοι θα συμμετάσχουν στο σχέδιο αποσταθεροποίησης του Ιράν, ενδεχομένως θα ενταχθούν σε ένα μελλοντικό σχέδιο διαμελισμού της Τουρκίας, όταν αυτό κριθεί αναγκαίο στο πλαίσιο των υπερεθνικών πολιτικών και οικονομικών κέντρων εξουσίας.
Η Τουρκία στην παρούσα συγκυρία επωφελείται από την οικονομική κατάρρευση των οικονομικών στην Ελλάδα, αλλά και από την γερμανόφιλη στάση των κυβερνήσεων σε Αθήνα και Λευκωσία, προωθώντας χέρι – χέρι με τον γερμανικό πολιτικό και οικονομικό παράγοντα τα σχέδια συνεκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Σε αυτή τη βάση η Τουρκία προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τα ρήγματα στις σχέσεις της Κύπρου με βασικούς συμμαχικούς πυλώνες, όπως με την Ευρωπαϊκή Ένωση και με τη Ρωσία και έτσι εκτός από τα συμφέροντά της στον τομέα της ενεργειακής πολιτικής, επιχειρεί να δρομολογήσει εξελίξεις για τελική λύση στο Κυπριακό, προς όφελός της πάντοτε. Η Άγκυρα, δεδομένων των αρνητικών εξελίξεων στις οικονομίες της Ελλάδας και της Κύπρου, αλλά και των αναδιατάξεων που συντελούνται τόσο στον ευρωπαϊκό χώρο, όσο και στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου ακολουθεί πιο επιθετική πολιτική, γεγονός το οποίο φάνηκε ξεκάθαρα πολύ πρόσφατα διακόπτωτας τη συνεργασία της με τον ιταλικό ενεργειακό κολοσσό ENI, μόνο και μόνο επειδή οι Ιταλοί είχαν έρθει σε συμφωνία με την Κυπριακή Δημοκρατία για την διεξαγωγή ερευνών και για την εξόρυξη φυσικού αερίου και πετρελαίου στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη.
Σε κάθε περίπτωση η Τουρκία ακολουθεί μια στιβαρή, αλλά και ρισκαδόρικη εξωτερική πολιτική. Αν τελικά θα δικαιωθεί, θα το δείξει ο χρόνος. Οι τωρινές συνθήκες πάντως και η υψηλής γεωστρατηγικής σημασίας γεωγραφική θέση που κατέχει φαίνεται ότι την ευνοούν.
Του Δημήτρη Μπεκιάρη
Post A Comment:
0 comments: